Η Αλκυόνη (αρχαία ελληνική: Αλκυών, επιστημονική ονομασία: Alcedo atthis) είναι θαλάσσιο αποδημητικό πτηνό, το κοινώς λεγόμενο ψαροπούλι ή θαλασσοπούλι ή και ακόμα μπιρμπίλι της θάλασσας.Ανήκει στην οικογένεια των Αλκυονιδών. Φθάνει τα 18 εκατοστά σε μήκος. Το σώμα της είναι ασυνήθιστα μικρό και φέρει κοντά και λεπτά πόδεια. Το κεφάλι της είναι δυσανάλογα μεγάλο, σε σχέση με το σώμα, με ισχυρό ράμφος που είναι οξύ στην άκρη. Αντίθετα προς το κακόσχημο μέγεθός της το φτέρωμά της παρουσιάζει ποικιλία χρωμάτων που σπάνια απαντάται σε άλλα πτηνά.
H ικανότητά του να καταδύεται στο νερό και να συλλαμβάνει ψάρια είναι μοναδική, ξεπερνώντας σε ικανότητα και επιτυχία τα περισσότερα «καθαρόαιμα» αρπακτικά πουλιά που έχουν τα ψάρια στο διαιτολόγιό τους. Παραμονεύει ακίνητη ή αιωρείται πάνω από το νερό και βουτά αστραπιαία. Κατά την κάθετη βουτιά της στο νερό, χρησιμοποιεί ένα τρίτο διαφανές βλέφαρο, τη σκαρδαμυκτική μεμβράνη, η οποία προστατεύει τον οφθαλμό της, επιτρέποντάς της παράλληλα να βλέπει υποβρυχίως!
Η αλκυόνα είναι ένα μικρόσωμο πτηνό. Τα ψάρια που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της διατροφής της -μαζί με αμφίβια και υδρόβια ασπόνδυλα- την υποχρεώνουν να βρίσκεται κοντά σε ρυάκια και ποτάμια με χαμηλή ροή, λίμνες και λιμνοθάλασσες, εκβολές και ακτές, πάντα με δέντρα και κατάλληλη βλάστηση.Η Αλκυόνη κατοικεί σε πυκνόφυτες όχθες ποταμών, λιμνών, ιχθυοτροφείων καθώς και σε βραχώδεις ή θαμνώδεις ακτές των θαλασσών. Χαρακτηρίζεται άγριο και δύσπιστο πτηνό. Στην Ελλάδα φθάνει περίπου περί το τέλος του Καλοκαιριού, αρχές Σεπτεμβρίου και αναχωρεί περί τα τέλη Μαρτίου. Έχει σχετικά κοντά φτερά και πετά σε ευθεία, χαμηλά και σε μικρές αποστάσεις. Γεννά το Χειμώνα (Γενάρης) 5 – 9 λευκά σφαιρικά αυγά. Τρέφεται με ψάρια και για το λόγο αυτό το κρέας της δεν είναι νόστιμο. Αντίθετα όμως το πτέρωμά της είναι περιζήτητο για στολισμούς γυναικείων ενδυμάτων και καπέλων.Η αλκυόνα προστατεύεται επαρκώς, τόσο σε εθνικό, όσο και σε κοινοτικό και διεθνές επίπεδο.Οι απειλές στο πτηνό αυτό σχετίζονται με έμμεσες πιέσεις που περιλαμβάνουν τη συρρίκνωση και υποβάθμιση των υγροτόπων που αποτελούν τα οικοσυστήματα όπου απαντάται, την υποβάθμιση της ποιότητας των εσωτερικών υδάτων και τη μείωση του αριθμού των ψαριών σε αυτά.
Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν πως το πουλί ήταν η Αλκυόνη, κόρη του βασιλιά Aίολου, που ο Δίας μεταμόρφωσε σε πτηνό μετά την αυτοκτονία της λόγω του θανάτου του αγαπημένου της, Κύηκα. Μάλιστα επειδή οι αλκυόνες γεννούν τα αυγά τους τον Ιανουάριο σε φωλιές μέσα στους βράχους, ο Δίας επέτρεψε στον ήλιο να λάμπει δυνατά και να ζεσταίνει τις αλκυόνες μέχρι να επωαστούν τα αυγά τους. Οι ζεστές αυτές μέρες του Γενάρη ονομάστηκαν γι’ αυτό το λόγο αλκυονίδες μέρες.